"Μπαμπά υπάρχουν δράκοι;" ρώτησε το μικρό αγόρι.
"Δεν ξέρω παιδί μου", απάντησε ο μπαμπάς χωρίς να γυρίσει το βλέμμα του απ’ την εφημερίδα που διάβαζε εκείνη την στιγμή.
"Πες μου μπαμπά, αφού εσύ ξέρεις τα πάντα", επέμεινε το αγόρι.
"Δεν ξέρω σου είπα παιδί μου", ξαναείπε ο μπαμπάς ξεφυσώντας. "Δεν έχω συναντήσει πάντως κανέναν σε όλη μου την ζωή μέχρι τώρα", συνέχισε απρόθυμα.
"Μπαμπά, μήπως υπήρχαν παλιά δράκοι; Σαν τους δεινόσαυρους;" Ήταν η φωνή του μικρού κοριτσιού που ακούστηκε τώρα. Το κορίτσι δεν αρκέστηκε όμως μόνο στην ερώτηση του αλλά σκαρφάλωσε και πάνω στην κοιλιά του μπαμπά, στραπατσάροντας την εφημερίδα μια και καλή.
Ο μπαμπάς κατάλαβε γρήγορα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσει το διάβασμα αν δεν ξεκαθάριζε τις απορίες των δύο παιδιών.
"Για ελάτε εδώ να σας πω μια ιστορία που είχα ακούσει όταν ήμουν μικρός σαν και σας", τους είπε. "Μου την είχε διηγηθεί ο μπαμπάς μου, ο παππούς σας, όταν ήμουν στην ηλικία σας".
Τα δυο αδέλφια αμέσως πήδηξαν στην αγκαλιά του και στρογγυλοκάθισαν στον καναπέ, ο ένας από τα αριστερά και η άλλη από τα δεξιά του.
"Λοιπόν, μια φορά κι ένα καιρό, ξεκίνησε να μιλά ο μπαμπάς, πριν πολλά πολλά χρόνια, στις παρυφές του πιο ψηλού βουνού του κόσμου, ζούσε ο μεγάλος και τρανός, ο φοβερός και τρομερός Μπλε Δράκος. Ήταν γιγάντιος. Το μεγαλύτερο πλάσμα πάνω στην Γη. Περπατούσε περήφανα και το έδαφος ταρακουνιόταν λες και γινόταν σεισμός"...
"Δεν ξέρω παιδί μου", απάντησε ο μπαμπάς χωρίς να γυρίσει το βλέμμα του απ’ την εφημερίδα που διάβαζε εκείνη την στιγμή.
"Πες μου μπαμπά, αφού εσύ ξέρεις τα πάντα", επέμεινε το αγόρι.
"Δεν ξέρω σου είπα παιδί μου", ξαναείπε ο μπαμπάς ξεφυσώντας. "Δεν έχω συναντήσει πάντως κανέναν σε όλη μου την ζωή μέχρι τώρα", συνέχισε απρόθυμα.
"Μπαμπά, μήπως υπήρχαν παλιά δράκοι; Σαν τους δεινόσαυρους;" Ήταν η φωνή του μικρού κοριτσιού που ακούστηκε τώρα. Το κορίτσι δεν αρκέστηκε όμως μόνο στην ερώτηση του αλλά σκαρφάλωσε και πάνω στην κοιλιά του μπαμπά, στραπατσάροντας την εφημερίδα μια και καλή.
Ο μπαμπάς κατάλαβε γρήγορα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσει το διάβασμα αν δεν ξεκαθάριζε τις απορίες των δύο παιδιών.
"Για ελάτε εδώ να σας πω μια ιστορία που είχα ακούσει όταν ήμουν μικρός σαν και σας", τους είπε. "Μου την είχε διηγηθεί ο μπαμπάς μου, ο παππούς σας, όταν ήμουν στην ηλικία σας".
Τα δυο αδέλφια αμέσως πήδηξαν στην αγκαλιά του και στρογγυλοκάθισαν στον καναπέ, ο ένας από τα αριστερά και η άλλη από τα δεξιά του.
"Λοιπόν, μια φορά κι ένα καιρό, ξεκίνησε να μιλά ο μπαμπάς, πριν πολλά πολλά χρόνια, στις παρυφές του πιο ψηλού βουνού του κόσμου, ζούσε ο μεγάλος και τρανός, ο φοβερός και τρομερός Μπλε Δράκος. Ήταν γιγάντιος. Το μεγαλύτερο πλάσμα πάνω στην Γη. Περπατούσε περήφανα και το έδαφος ταρακουνιόταν λες και γινόταν σεισμός"...